Γνώμες

Η μνήμη και η γοητεία της Πρωτομαγιάς στην Σύρα

Γνώμες 03/05/2016 11:37
Η μνήμη και η γοητεία της Πρωτομαγιάς στην Σύρα

Γιορτάζεται σήμερα η Εργατική Πρωτομαγιά, μέρα συνδεδεμένη την ωρίμανση του Εργατικού Κινήματος, παγκόσμια αλλά και στην Ελλάδα, στα πλαίσια της οποίας η Σύρα, σαν πόλη σύμβολο της Βιομηχανικής Ανάπτυξης, αλλά και συγκέντρωσης ανθρώπινου δυναμικού διεκδικεί μιαν αναμφισβήτητη πρωτοπορία.

Η νεογέννητη, πόλη, που είχε φυτρώσει σαν το φοίνικα στην αφιλόξενη και βραχώδη παραλία, είχε εξελιχθεί σε «αποβάθρα και σταθμό της Ανατολής», σε «αχανές εργοστάσιο», αληθινό «Λίβερπουλ του Αιγαίου», όπως την απεικονίζουν οι επισκέπτες και περιηγητές της.

Σε αυτές τις βιομηχανίες βρίσκουν μεροκάματο εργατικοί πληθυσμοί ποικίλης προελεύσεως, πολιτιστικής και οικονομικής, Χιώτες, Ψαριανοί, Κυδωνιάτες πρόσφυγες, κυνηγημένοι από την βία την εξαθλίωση, δίπλα σε ξένους εργάτες απαραίτητους, για εξειδικευμένες εργασίες, όπως τα Ναυπηγεία. Στην καρδιά της προσφυγούπολης, που ξεπήδησε από τις φλόγες του αγώνα της Επανάστασης, ξεφυτρώνει μια Παροικία, κοινής Ιταλικής και Γαλλικής προέλευσης. Τη συνθέτουν ειδικευμένοι μαστόροι και εργάτες, που δουλεύουν στα μεγάλα Ναυπηγεία. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται πολλοί με ιδεολογία αναρχίζουσα ή σοσιαλιστική. Και ας μην ξεχνάμε: H Eρμούπολη του 1870, ήταν το απάνεμο λιμανάκι, όπου η καθ΄ ημάς Ανατολή και μαζί το νεοσύστατο Ελληνικό Βασίλειο, υποδέχονταν την πολιτισμένη Δύση.

Αυτή η διττή επαφή με την προηγμένη Ευρώπη, θα είναι και πάλι ο κύριος συντελεστής της αλλαγής στην κοινωνική αίσθηση αυτών των εργατικών στρωμάτων. Η εξέγερση του Παρισιού, στα 1871, με το να πραγματώσει -έστω στο διάστημα των 70 ημερών, που κυριάρχησε, για πρώτη φορά στην ιστορία ένα Σοσιαλιστικό κοινωνικό μετασχηματισμό, κατάφερε να αναστατώσει τις εξεγερμένες συνειδήσεις. Οικονομικοί παράγοντες θα επιταχύνουν τις εξελίξεις, στα χρόνια 1877 -1878, τα καινούρια πληθυσμιακά στρώματα των πόλεων θα υποστούν για πρώτη φορά τις συνέπειες μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Ήταν φυσικό λοιπόν, η Ερμούπολη, να παίξει το ρόλο του καταλύτη και να ξεσπάσουν, εδώ, οι πρώτες εργατικές απεργίες το 1879, αφού έφταναν πρώτα οι δίνες των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων εξελίξεων. Όπως σημειώνει ο εμβληματικός ιστορικός της Αριστεράς Ι.Κορδάτος, η ιστορία του εργατικού Κινήματος από την Σύρο αρχίζει , όπως και η ιστορία της καπιταλιστικής Ελλάδας, ύστερα από 1821, από το ίδιο νησί έχει την αφετηρία της. Είναι ιστορικός κανόνας, ότι το προλεταριάτο σχηματίζεται, όπου υπάρχει Βιομηχανική ανάπτυξη. Ήταν λογικό, επομένως, αφού η Σύρα υπήρξε η μήτρα του Ελληνικού καπιταλιστικού συστήματος, να ταυτόχρονα την γενέτειρα πόλη, της εργατικής τάξης, την πόλη που σχηματίσθηκε το πρώτο ελληνικό προλεταριάτο, όπως συμβαίνει στις πόλεις που καπνίζουν οι καμινάδες.

Πριν παραθέσω λίγες σκέψεις για το πρώτο εκείνο σκίρτημα του απεργιακού Κινήματος να σημειώσω, ότι , οι εργατικοί αγώνες στην Σύρα, είναι σίγουρα η μια πλευρά του λόφου, στο εποικοδόμημα της αστικής πολιτείας, που δημιούργησε το βραχύβιο θαύμα 1830-1890.Η πλευρά του λαϊκού προλεταριάτου και του πολιτισμού του. Η άλλη πλευρά του λόφου, είναι η ένδοξη νεοκλασσική Ερμούπολη, με τον μοναδικό της κτιριακό διάκοσμο. Αυτή η πλευρά με τα ένδοξα εργοστάσια που παραμένουν σήμερα σαν ανεξίτηλα, σαν παροπλισμένοι συντελεστές της προηγούμενης ευημερίας της πόλης, μαρτυρούν συνάμα, σαν αδιάψευστα πλάνα αρχείου τις απαρχές της εκβιομηχάνισης της Πατρίδας μας και την πορεία της βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας μας, με τις ταλαντώσεις της, τις κάμψεις και τις κορυφώσεις της. Ο τόπος μας, φύλαξε, μαζί τo νεοκλασσικό θησαυρό του εξαίσια βιομηχανικά κτήρια, τεκμήρια του εργατικού ήθους της πόλης και τον παρέδωσε ασύλητο στο θαυμασμό και την έκπληξη των επιγενομένων. Δόξα τω θεώ ,σε μια εποχή, που όλα αλλάζουν στην συνείδηση των ανθρώπων στην Ερμούπολη, μπορούμε να μιλάμε, χωρίς κόμπλεξ και υπερβολή, για «ρίζες» και «επιστροφή σε αυτές».

Δυστυχώς, αυτός ο λαϊκός πολιτισμός, πολιτισμός των εργατικών αγώνων, οι ταρσανάδες, τα καρνάγια, η ζωή του λιμανιού, το ρεμπέτικο τραγούδι, έχει μείνει λίγο στην σκιά του Ερμουπολίτικου μεγαλείου. Πιστεύω, ότι η νέα γενιά οφείλει να τον αναδείξει. Υπάρχουν χώροι, κυρίως στην ζώνη από το καρνάγιο μέχρι την ΔΕΗ, που προσφέρονται ως χώροι πολιτιστικών εκδηλώσεων. Τα παλιά εργοστάσια των αφαλατώσεων (Βιομηχανικά επιτεύγματα και αυτά), μπορούν να ανακαινιστούν και να χρησιμοποιηθούν για τέτοιες εκδηλώσεις. Πολιτιστικές, οργάνωση συνεδρίων, που μπορεί να μας καταστήσουν ελληνικό και διεθνή πόλο έλξης. Δεν θάταν άσχημη η ιδέα της δημιουργίας ενός Μουσείου αγώνων της Εργατικής Τάξης,πολλώ μάλλον δίπλα στο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ. Να σημειώσω κάτι που ίσως δεν είναι τόσο γνωστό στους σημερινούς Ερμουπολίτες. Αν η Σύρα του 19 ου αιώνα αποτελεί το γεωγραφικό σημείο εκκίνησης της βιομηχανικής επανάστασης στην Χώρα μας, ένας σπουδαίος επιστήμονας με Συριανές ρίζες, ο Κώστας Μπάτσης, προίκισε, την οικονομική επιστήμη με το σπουδαίο σύγγραμμα Η ΒΑΡΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, που αποτελεί την απάντηση και τον αντίπαλον δέος στο βιβλίο του Ζολώτα, Η ΕΛΛΑΣ ΕΙΣ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΕΩΣ.

Με αυτά κειμήλια, αυτές τις έμψυχες και άψυχες γέφυρες, σαν πλοηγούς, μπορούμε να συνθέσουμε λόγο δημιουργικό, σήμερα που η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας μας, η εκτίναξη της ανεργίας και η ανάγκη προσανατολισμού σε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης μέσα στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Μόνο με τέτοιες πρωτοβουλίες γεφυρώνεις το χες με το σήμερα.

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΠΕΡΓΙΕΣ ΣΤΗΝ ΣΥΡΟ

Πρωτομαγιά. Μέρα εργατικών αγώνων σήμερα και η Σύρα, έχει μια ακόμα πρωτοπορία. Εδώ, ξέσπασαν οι πρώτες εργατικές απεργίες το 1879.Όπως σημειώνει ο εμβληματικός ιστορικός της Αριστεράς Ι. Κορδάτος, η ιστορία του εργατικού Κινήματος από την Σύρο αρχίζει, όπως και η ιστορία της καπιταλιστικής Ελλάδας, ύστερα από 1821, από το ίδιο νησί έχει την αφετηρία της. Είναι ιστορικός κανόνας, ότι το προλεταριάτο σχηματίζεται, όπου υπάρχει Βιομηχανική ανάπτυξη. Ήταν λογικό, επομένως, αφού η Σύρα υπήρξε η μήτρα του Ελληνικού καπιταλιστικού συστήματος, να ταυτόχρονα την γενέτειρα πόλη, της εργατικής τάξης, την πόλη που σχηματίσθηκε το πρώτο ελληνικό προλεταριάτο, όπως συμβαίνει στις πόλεις που καπνίζουν οι καμινάδες. Το άλλοτε άσημο νησί ήτανε, το πιο σπουδαίο εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο της νέας Ελλάδας. Ήταν το Σταυροδρόμι της Μεσογείου, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Η Σύρος δεν υποκύπτει σε κανένα πρότυπο, δεν επιδέχεται καμιά θεωρητική απλούστευση. Επειδή στο έδαφός της, μεταίχμιο δύο κόσμων, συναντώνται και αναμετρόνται άνθρωποι, αγαθά και ιδέες πολλαπλών προελεύσεων και με πολλαπλούς προορισμούς, σε κοινωνικές και οικονομικές λειτουργίες κάθε είδους: εσωτερικό και διεθνές εμπόριο, ελληνική, οθωμανική και παγκόσμια αγορά, οθωμανική ξυλεία και μέταξα, στάρι από τον Δούναβη και την Ουκρανία, υφάσματα και μεταλλουργικά από την Αγγλία, ασημένια δραχμή, κίβδηλα οθωμανικά νομίσματα, δουκάτα και δολάρια, τραπεζογραμμάτια της Εθνικής και συναλλαγματικές πληρωτέες στο Λονδίνο, την Μασσαλία, την Οδυσσό, μεγαλοαστοί επιχειρηματίες που έχουν πατρίδα την μεσόγειο χτίζουν την νεοκλασική Ερμούπολη, περιφρονούν τους σταφιδέμπορους της Πάτρας, καθυβρίζουν την Εθνική Τράπεζα και αδιαφορούν για το ελληνικό κράτος. Όπως σημειώνει, ο Δ. Κρίνος, «στην Ευρώπη, η Σύρος αποκαλούνταν Ελλάς , γιατί οι Ευρωπαίοι και μετά το 1850, ακόμα νόμιζαν, ότι Syra σημαίνει Crece, μια πόλη ελληνική γνωρίζοντες. Οι Άγγλοι μεγαλέμποροι προμηθευτές εμπορευμάτων λέγοντες «Σύρα» εννοούσαν την «Ελλάδα» …Οι παλαιοί χάρτες στην θέση της Ελλάδος αναγράφουν με μεγάλα γράμματα την ονομασία Syra και μόνον , με η (και με ) κόκκινη στρογγυλή βούλα, που εσήμαινε πως ήταν σπουδαίο λιμάνι της Μεσογείου. Κοντά στο εμπόριο και την ναυτιλία, ανθίζει και Βιομηχανία.Την δεκαετία του 1870 το νησί είναι ένα αστικό κέντρο με 25000 κατοίκους από τους οποίους οι 2500 βιομηχανικοί εργάτες( το σύνολο των βιομηχανικών εργατών στην Ελλάδα δεν ξεπερνούσε τους 7.000-8000, σύμφωνα με τις απογραφές, κυρίως στο Ναυπηγείο, τα μηχανουργεία, τα βυρσοδεψεία και τους αλευρόμυλους.

Την περίοδο εκείνη η βιομηχανία της Σύρου άρχιζε να σχηματίζεται εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που προκάλεσαν οι πόλεμοι της εποχής και κυρίως η επικράτηση των ατμόπλοιων έναντι των ιστιοφόρων. Ωστόσο οι ανοιχτόμυαλοι Συριανοί επιχειρηματίες της εποχής, επαγρυπνούν: Ξέρουν καλά πως η ομαλή ανάπτυξη του εμπορίου, ήταν άρρηκτα δεμένη με την ασφαλή διεξαγωγή των θαλάσσιων μεταφορών. Ταυτόχρονα η Σύρος από την θέση της ήταν ανοιχτή στα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα της δυτικής Ευρώπης. Ο ατμός ήταν ένα από αυτά. Η συμμετοχή ατμόπλοιου στο εμπόριο της Σύρου, άρχισε με την εγκατάσταση της Αυστριακής εταιρείας Λόυδ στην Ανατολική Μεσόγειο το 1837 και αργότερα της Γαλλικής κρατικής εταιρείας , που έκανε ταξίδια Μασσαλία, Σύρο, Σμύρνη. Το 1856 ιδρύεται η Ελληνική Ατμοπλοϊκή Εταιρεία με έδρα την Σύρο και βασικό μέτοχο την Εθνική Τράπεζα. Το 1861, ιδρύεται το σιδηρουργείο της εταιρείας, για να αντιμετωπίσει τις λειτουργικές ανάγκες των πλοίων της, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτές. Προμήθευε τις βιομηχανικές και βιοτεχνικές μονάδες του νησιού με ατμομηχανές και λέβητες, δίνοντας ώθηση στην τοπική παραγωγή και ανάπτυξη. Η ειδικευμένη εργασία παρόλα αυτά σπανίζει και για πολλές από τις νέες βιομηχανίες γίνεται αναγκαίο να προσκληθούν ξένοι εργάτες, όπως συμβαίνει με τα Ναυπηγεία της Ερμούπολης την περίοδο ανάμεσα στα 1871 και 1881.Η επαφή με την προηγμένη Ευρώπη θα είναι ο κύριος συντελεστής της αλλαγής στην κοινωνική αίσθηση αυτών εργατικών στρωμάτων. Η εξέγερση του Παρισιού το 1871 ,αναστατώνει τις εξεγερμένες συνειδήσεις. Οικονομικοί παράγοντες επιταχύνουν τις εξελίξεις, Στα χρόνια 1877 -1879, τα καινούρια πληθυσμιακά στρώματα θα υποστούν τις συνέπειες μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Το ρόλο του καταλύτη θα παίζει τώρα στην Ερμούπολη μια παροικία κοινής Ιταλικής και Γαλλικής προέλευσης. Την συνθέτουν οι ειδικευμένοι μαστόροι και εργάτες που δουλεύουν στα Ναυπηγεία, ανάμεσά τους συγκαταλέγονται πολλοί με ιδεολογία Σοσιαλιστική ή αναρχίζουσα. Καθώς, όπως είπαμε ήτανε η Σύρα ήταν πύλη της Ελλάδας προς την Δύση, η κρίση στην ελληνική κοινωνία θα διοχετευθεί από αυτήν δηλ. από το κύριο σημείο επαφής με την ευρωπαική οικονομία. Η Ερμούπολη κέντρο τράνζιτου, κέντρο διαμετακομιστικό όλης της Αιγαιοπελαγίτικης περιοχής που τροφοδοτεί με τα αποθέματα των εμπορευμάτων που συσσωρεύονται στις αποθήκες του, μια σειρά από άλλες πολιτείες Θεσαλλονίκη, Καβάλλα, Βόλο, Σμύρνη, Ηράκλειο, Πειραιά. Οι οικονομικές εξελίξεις, με δεδομένη την σύνθεση του πληθυσμού και την καθημερινή της κατανάλωση που είναι βασισμένη σε Οθωμανικής και ευρωπαϊκής προέλευσης τρόφιμα, θα υποστεί άμεσα το χτύπημα. Οι πρώτες ύλες και τα είδη κατανάλωσης θα ακριβύνουν απαγορευτικά, οι εργαζόμενοι της πόλης θα πέσουν σε ανέχεια. Παράλληλα στις αρχές του 1879, ξέσπασε μεγάλη νομισματική κρίση, που αποτέλεσε έμμεση εξωεργασιακή αιτία, των απεργιών αφού συνεπάγονταν την φαλκίδευση των ημερομισθίων.

Οι συναλλαγές στην Σύρα γίνονταν με Ρώσικα κέρματα των 45 λεπτών. Τα ελληνικά κέρματα είχαν τραβηχτεί στο εξωτερικό από τους διάφορους σπεκουλάντες χρηματιστές κι έτσι ο κοσμάκης και οι έμποροι αναγκάζονταν να αγοράζουν και να πουλάνε με ξένο νόμισμα. Απο τις 17 Φεβρουαρίου, όμως άρχισαν τα ξένα νομίσματα ιδίως τα Ρώσικα να πέφτουν. Αυτό έφερε αναστάτωση στην αγορά αφού οι ζημιές ήταν μεγάλες ιδίως σε κείνους που είχαν αγορασμένο εμπόρευμα με γερό νόμισμα ή είχαν στις κάσες τους κεφάλαια σε ξένο παρά. Αλλά η νομισματική κρίση δεν θα ζημιώσει μόνο τους κεφαλαιούχους, αλλά θα έχει αντίχτυπο στην εργατειά. Τα μεροκάματα θα πέσουν κατά 25-27% και καθώς τα βασικά είδη διατροφής όπως το ψωμί ακρίβυναν , ουσιαστικά τα μεροκάματα έπεσαν στο μισό και άλλο τόσο έπεσε η αγοραστική δύναμη της φτωχολογιάς. Αυτό έφερε μεγάλη ανακατωσούρα, γράφει ο Κορδάτος. Στις 16 Φεβρουαρίου 1878, μια γενική απεργία θα παραλύσει τα βυρσοδεψεία και τα ναυπηγεία της πόλης. Το γεγονός είναι πρωτόφαντο στην Ελλάδα και θα μας το περιγράψει η εφημερίδα 'ΠΑΤΡΙΣ :

Eνα βήμα ακόμα προς την πρόοδο Έχομεν εν Σύρω απεργίαν 400 εργατών. Το ναυπηγείον αργεί. Οι εργάτες του συνελθόντες και σύνδεσμόν εργατικόν συστήσαντες, υπήχθησαν εις όρους ορίζοντες το ημερομίσθιο. "Τα αιτήματα ήταν η αύξηση από 25% έως 50 % επί των μισθών και η μείωση του ωραρίου εργασίας από 14 σε 10 ώρες. Το απεργιακό κίνημα συνοδεύεται από ταραχές και διαδηλώσεις .'το χρηματηστήριον ' θα μας πληροφορήσει η ίδια εφημερίδα είναι ανάστατο. Γενικά η ΠΑΤΡΙΣ, κριτικάροντας την απεργία συμβουλεύει "πατρικά του" τους εργάτες να ξαναρχίσουν την δουλειά. Παράλληλα, όμως ομολογεί πως οι εργολάβοι, για λόγους συναγωνισμού μεταξύ τους είχαν πάρει πολύ φθηνά πολλές δουλειές και αναγκάστηκαν να περικόψουν στο ένα τρίτο τα μεροκάματα Άλλοι απέδιδαν την απεργία στην υποκίνηση κεφαλαιούχων που είχαν σκοπό να επηρεάσουν τις δημοτικές εκλογές. Άλλοι τις απέδιδαν στις Σοσιαλιστικές ιδέες, που διέδιδαν οι ξένοι εργάτες που βρίσκονταν στην Σύρο με την σύμπραξη τοπικών συνεργατών του αιρετικού Θεολόγου Απόστολου Μακράκη, που αργότερα καταδικάστηκε από την Ιερά Σύνοδο και φυλακίστηκε. Οι εργοδότες μπροστά στην ανάγκη να μην μείνουν οι κατασκευαστικές εργασίες στο μέσον τους (υπήρχαν πολλά πλοία στις σχάρες) ήρθαν σε συμφωνία με τους απεργούς και έλυσαν την απεργία. Ύστερα, όμως πάτησαν το λόγο τους μάζεψαν κάμποσους εργάτες από τα γύρω νησιά και τους απασχολούσαν για ένα κομμάτι ψωμί επί δεκατέσσερεις δεκαπέντε ώρες την ημέρα. Η απεργία έτσι εκφυλλίστηκε και οι εργάτες ξανάρχισαν στο Ναυπηγείο δουλειά χωρίς όρους αυτή την φορά. Σύμφωνα με την ΠΑΤΡΙΔΑ της 21.2.19879, λίγες μέρες μετά ξεσπάει νέα απεργία των βυρσοδεψών αυτή την φορά που ζητούν από τους εργοδότες τους γραφτά να αποδεχτούν τα εξής αιτήματα:

Τα ημερομίσθια τους να πληρώνονται σε νομίσματα διατίμησης.

2) Την αύξηση των ημερομισθίων, σύμφωνα με την διατίμηση του νομίσματος, δηλ. κατά 27%

3) Να καταργηθεί η λεγόμενη κουτουράδα δηλ, η κατ΄ αποκοπή εργασία.

4) Να κατανεμηθεί η εργασία , οσηδήποτε και να είναι, με τέτοιο τρόπο, ώστε όλοι οι εργάτες να δουλεύουν και όχι να μην βρίσκουν δουλειά μερικοί.

5) Να ελαττωθούν οι ώρες εργασίας και 6)Να καταργηθεί η επί δύο ώρες κατά την Κυριακή εργασία, που λέγονταν αγγαρεία , γιατί δεν πληρώνονταν. Αυτό το τελευταίο αίτημα των εργατών βρίσκει σύμφωνο ακόμα και τον Εμμ. Λυκούδη, ο οποίος υπηρετούσε σαν Πρωτοδίκης στην Σύρα και έγραψε ολόκληρο βιβλίο για τις απεργίες, υποστηρίζοντας πως πρέπει να απαγορεύονται, εφόσον στρέφονται εναντίον του καθεστώτος, όπως επίσης πρέπει να απαγορεύεται και η ίδρυση εργατικών σωματείων , γιατί οι ενώσεις αυτές αποτελούν αντικοινωνικούς συνασπισμούς που δεν μπορεί να προστατέψει το αρθρο 11 του τότε ισχύοντος Συντάγματος. Ωστόσο σχετικά με την αγγαρεία της μισής μέρας της Κυριακής σημειώνει τα εξής: Aυτή η υποχρέωση «προσβάλλει και το θρησκευτικό συναίσθημα των απλοϊκών τούτων ανθρώπων και το δίκαιον.» Στην Αγγλία απαγορεύθηκε ποινικώς το 1867.Και συμπληρώνει «Αν για μας η εργασία της Κυριακής είναι αναγκαία, είναι επίσης απολύτως δίκαιο να μην είναι άμισθος». Μερικοί από τους εργάτες πήγαν να πιάσουν δουλειά. ήταν όμως λίγοι και έφαγαν ξύλο αλύπητο. .Η απεργία χάνει τον ήρεμο χαρακτήρα της και η αναστάτωση γενικεύεται. Οι απεργοί διαδηλώνουν, κρατώντας μεγάλα χαρτόνια, όπου γράφουν τα αιτήματά τους. Φωνάζουν, ζητωκραυγάζουν, απειλούν. Η αστυνομία επεμβαίνει για να τους διαλύσει κι αρχίζει εμπλοκή και πετροπόλεμος. Ένας αστυνομικός τραυματίζεται. Η απεργία παίρνει επαναστατικό χαρακτήρα κι ένα βυρσοδεψείο, που δούλευε με απεργοσπάστες αναγκάζεται να κλείσει, γιατί οι απεργοί το μπλοκάρουν και δεν του αφήνουν, ούτε πόρτες ούτε παράθυρα. Ο Νομάρχης κλείνεται στην Νομαρχία και ζητάει βοήθεια από την Αθήνα. Εσπευσμένα θα μεταφερθεί στην Σύρο μια διλοχία. Η κυβέρνηση Κουμουνδούρου δέχεται με ευελιξία τα απεργιακά αιτήματα, για να επιβληθεί η τάξη. Μόλις όμως σιγάσει το Κίνημα οι απεργοί θα απολυθούν. Η διεθνής οικονομική κρίση, που συνεχίζεται σε συνδυασμό με την χαμηλή παραγωγικότητα της ντόπιας εργασίας, δεν επιτρέπει την απρόσκοπτη αύξηση των αμοιβών. Τα ναυπηγεία κλείνουν το 1881.Δέκα χρόνια αργότερα η διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου θα διευκολύνει την μεταφορά του Ευρωπαϊκού εμπορίου κατευθείαν στην πρωτεύουσα. Κατεστραμμένη η Συριανή βιομηχανία θα δει τα κεφάλαια και τους εργάτες της να καταφεύγουν σε Αθήνα και Πειραιά.

Οι πρόσκαιρες συνέπειες των απεργιών εκείνων, όσο και οι νομικές συνέπειες, έχουν ήδη αξιολογηθεί ιστορικά και επιστημονικά. Μένει να αξιολογηθεί η ιστορική σημασία τους στην ιστοριογραφία της Σύρου του 19 ου αιώνα, που παραμένει ακόμα βιβλίο, που θέλει πολύ δουλειά για να τελειώσει. Σαν στοιχείο ενός βραχύβιου αλλά αξεπέραστου οικονομικού και πολιτιστικού φαινομένου, όπως είναι η Ερμούπολη, απαιτούν μια ιδιαίτερη προσέγγιση, πριν ενταχθούν στο συνολικό μηχανισμό του εκρηκτικού αυτού μείγματος.

Μετά το 1890, η εξέλιξη της Σύρου δείχνει τον εφήμερο χαρακτήρα της ευμάρειας και της πρωτοπορίας. Είχε έλθει για κείνη «ο καιρός των Χρυσανθέμων», όπως εύστοχα χαρακτηρίζει την εποχή ο σπουδαίος Μάνος Ελευθερίου. Η επενδυτική ορμή κοπάζει, η τεχνολογία της βιομηχανίας απολιθώνεται, ταρσανάδες κλείνουν, τα νέα ναυπηγεία παραπαίουν, οι κλωστοϋφαντουργίες απαρχαιώνονται. Κεφάλαια διοχετεύονται σε χρεόγραφα, επιχειρηματίες γίνονται ραντιέρηδες, οι περιουσίες παύουν ν’ αυξάνονται. Κάμψη που θα ανασταλεί προσωρινή, στις ευνοϊκές συγκυρίες γύρω από τον μεγάλο πόλεμο, για να επανέλθει, καταστρεπτική, στην δεκαετία του 1930.

Εξήντα χρόνια ακμής, ύστερα τριάντα ακόμα έως τον μαρασμό. Για τη Σύρο, η ακμή ήταν συγκυριακή, εφήμερα, στηριγμένη στον διεθνικό προσανατολισμό των αστών επιχειρηματιών. Παρήλθε όταν πια οι άνθρωποι αυτοί έγιναν εσωστρεφείς, όταν εγκλείστηκαν σε όρια στενά: στα όρια ενός ελλαδικού ορίζοντα περιορισμένου από τις παρωπίδες των μικρών ευκαιριών ενός προστατευτικού πότε άτολμου και πότε θανάσιμα προστατευτικού μιας απομονωτικής, εθνοκεντρικής ιδεολογίας και ενός πλέγματος εξουσίας κρατιστικού, ικανού πάντα ν’ αποχαυνώνει με μικρά, πρόσκαιρα οικονομικά προνόμια και με μικρά μερίδια πολιτικής ισχύος. Υπάρχει φυσικά, και η άλλη όψη του νομίσματος. Ίσως να μην υπήρχε άλλη οδός γι’ αυτήν την τάξη. Πώς αλλιώς μπορούσε να κινηθεί μέσα σε τόσο λίγα χρόνια, και μάλιστα σε αυτά τα χρόνια, έχοντας ως ορμητήριο την Ανατολή, ως καταφύγιο την Ελλάδα; Και είχε, έστω, τελικά, μια έξοδο κινδύνου; Την είχε Ήταν η μετεγκατάσταση σε άλλα σταυροδρόμια, άλλων θαλασσών. Για να επιβιώσουν, οι κεφαλαιούχοι επιχειρηματίες της Σύρου έπρεπε να φύγουν. Ορισμένοι, πολύ λίγοι, το έπραξαν. Αυτοί έχτισαν τα καράβια της ναυτιλίας του 20ου αιώνα, μαζί με τους χιώτες συγγενείς τους και όχι μόνο με αυτούς. Θα επανέλθω. Εδώ, η απλή μνεία της ναυτιλίας ήταν αρκετή και μας οδηγεί σε ένα συμπέρασμα σύντομο, επιγραμματικό: η καμπύλη την οποία διέγραφε η Σύρος σε 90 χρόνια μοιάζει με αυτήν που διαγράφει η Ελλάδα σε 170 χρόνια – και ο Ελληνισμός σε δυόμισι αιώνες.