Γνώμες

Γροθιά στο στομάχι

Γνώμες 24/05/2015 21:38
Γροθιά στο στομάχι

«..Κι η Παναγιά του Πόντου φλωροκαπνισμένη απ’ το σούρουπο
να σεργιανάει ξυπόλυτη στην αμμουδιά
συγυρίζοντας τα σπίτια των μικρών ψαριών
καρφώνοντας μ’ ένα θαλασσινό σταυρό τη φεγγαρίσια της πλεξούδα..»

Ισως κάτι να είχε ακούσει ο ποιητής της ρωμιοσύνης όταν έγραφε στον «Πέτρινο χρόνο» τα παραπάνω λόγια...

Λένε πως για να γράψεις αντικειμενικά ,  πρέπει να είσαι αποστασιοποιημένος από τα γεγονότα. Συγχωρείστε με που τα δάκρυα αναβλύζουν από τα μάτια και όσα αναγράφονται με βρίσκουν κάτω από έντονη συναισθηματική φόρτιση. Ομως η ανάγνωση της είδησης της  τέλεσης της Θείας λειτουργίας στον Αγιο Γεώργιο στη Μακρόνησο , από το Σεβασμιότατο Μητροπολίτη μας, επιβάρυνε το ήδη φορτισμένο κλίμα (λόγω 19ης  Μαίου , Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου) και ξύπνησε μνήμες…

Η ιστορία της Μακρονήσου - δυστυχώς - δεν εξαντλείται στον εμφύλιο πόλεμο και στους πολιτικούς εξόριστους. Μια άλλη μελανή ιστορία της πατρίδας μας είναι συνδεδεμένη με το νησί αυτό και δυστυχώς είναι άγνωστη για πολλούς.

Η Μακρόνησος λειτούργησε για ένα και πλέον χρόνο ως λοιμοκαθαρτήριο προσφύγων (Ποντίων κατά κύριο λόγο) την περίοδο 1922-1923. “Φιλοξενήθηκαν” δεκάδες χιλιάδες προσφύγων κάτω από απάνθρωπες και τραγικές συνθήκες με αποτέλεσμα πάρα πολλοί να αφήσουν εκεί την τελευταία τους ανάσα. Μετά από ολιγόμηνη “περιποίηση-απολύμανση” οι πρόσφυγες προωθούνταν στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Σχετικά δημοσιεύματα στον τύπο της εποχής γράφουν:  

-       Εφημερίδα “Ριζοσπάστης” :26-3-1923, άφιξη 3.750 Ποντίων. Η ίδια εφημερίδα στις 8-12-1923 στο κεντρικό του άρθρο “Προς τις εργαζόμενες προσφυγικές μάζες” αποτυπώνει τις άθλιες συνθήκες με τις οποίες υποδέχθηκε το ελληνικό κράτος τους πρόσφυγες στο λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου. “..Αυτοί φάγανε 40 χιλιάδες πρόσφυγες στη Μακρόνησο στην καραντίνα..”.

-       Εφημερίδα ΄΄Εμπρός΄΄: 13-9-1922, αναχώρηση από την Μακρόνησο 5.500 προσφύγων .

-       Για τους Πόντιους πρόσφυγες στην Μακρόνησο έγραψε και το περιοδικό "National Geographic" στο τεύχος του Νοεμβρίου 1925 όπου σε σχετική φωτογραφία μιλά για 6.000 πρόσφυγες από την Τραπεζούντας,  που μόλις έχουν αφιχθεί.

Τον τόπο αυτό , την ΄΄εθνική κολυμβήθρα΄΄ κατά τον Κωνσταντίνο Τσάτσο , υπήρξαν άνθρωποι που  τον ΄΄επισκέφτηκαν΄΄ δυο φορές στη ζωή τους. Και τις δύο φορές για κάθαρση… Παιδιά την πρώτη φορά , ώριμοι άνδρες τη δεύτερη….Η Μακρόνησος λειτούργησε για ένα και πλέον χρόνο ως λοιμοκαθαρτήριο προσφύγων ( Ποντίων κατά κύριο λόγο ) την περίοδο 1922-1923 . «Φιλοξενήθηκαν»  δεκάδες χιλιάδες προσφύγων κάτω από απάνθρωπες και τραγικές συνθήκες με αποτέλεσμα πάρα πολλοί να αφήσουν εκεί την τελευταία τους ανάσα.

Ίσως το νούμερο που μας δίνει ο Ριζοσπάστης που προανέφερα ,  να τρομάζει και να φαντάζει υπερβολικό αλλά δεν πρέπει να απέχει πολύ από την πραγματικότητα και αποτυπώνει τις άθλιες συνθήκες με τις οποίες υποδέχθηκε το ελληνικό κράτος τους πρόσφυγες στο λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου. Στην Μακρόνησο εκείνη την εποχή λειτούργησε και αμερικανική  «επιτροπή περίθαλψης προσφύγων»  η οποία μάλιστα έδιδε και σχετικές καρτ ποστάλ με τις δραστηριότητές της !!!!

Μέλη εκείνης της αμερικανικής αποστολής στην Μακρόνησο περιγράφουν πως βίωσαν εκείνες τις στιγμές στο βιβλίο του BRUCE CLARK -«Δύο φορές ξένος» -Εκδόσεις Ποταμός 2007. «..Ένας Αμερικανός που ήταν μέλος κάποιας άλλης φιλανθρωπικής αποστολής και ταξίδευε με το «Ιωνία» προσπάθησε μάταια να πείσει την Λαβτζόι ότι ήταν πολύ επικίν­δυνο να αφήσει μία χούφτα γυναίκες μόνες τους σε ένα νησί, οι προσωρινοί κάτοικοι του οποίου είχαν σχεδόν χάσει τα λογικά τους από τις δοκιμασίες του ταξιδιού. 

Πολλών τα παιδιά είχαν πεθάνει και είχαν υποστεί το μαρτύριο να βλέπουν τα σωματάκια να πετιούνται στη θάλασσα και ύστερα να επιπλέουν γύρω από το καράβι».

Μνήμες από τη Μακρόνησο

Μια εξαιρετική περιγραφή του κολαστηρίου της Μακρονήσου για τους πρόσφυγες του 1922, μας δίνει ο Ευτύχιος Γιαρένης , δύο φορές «επισκέπτης» της Μακρονήσου –μια ως πρόσφυγας και μια ως πολιτικός κρατούμενος,  στο βιβλίο του με τίτλο ΄΄Αυτούς που δέρνει ο άνεμος΄΄  που εκδόθηκε το 1933 στη Θεσσαλονίκη : 

«… Οι μαούνες, μία-μία φόρτωναν και ξεφόρτωναν και ξαναγύριζαν πίσω να επαναλαμβάνουν το ίδιο μέχρι αργά το βράδυ.Μα ποιό μέρος είναι αυτό, πώς το λέγανε; Δεν είχε ούτε ένα σπίτι, δεν είχε ούτε λίγο νερό να πιουν, να πλυθούν, να ξεβρωμίσουν, ένα δένδρο, λίγη βλάστηση;

Κράτα την αναπνοή σου, αγαπημένε μου αναγνώστη, κρατήσου καλά μην πέσεις, γιατί θα ακούσεις το φρικτό όνομα του τόπου αυτού, της γης αυτής, θα κρύψεις το πρόσωπό σου από ντροπή, διότι βρέθηκαν συνάνθρωποί σου να σκεφθούν να διαλέξουν τον τόπο αυτό για τα ξενιτεμένα τους αδέλφια, που τ’ όνειρό τους ήταν, αιώνες τώρα, πώς να έρθουν στη μάνα πατρίδα! «Φτούσου, άνθρωπε, και πάλι».

Χάθηκε τόσος τόπος, να βρεθεί μια άκρη, μια γωνιά σ’ ολόκληρη τη χώρα, που να έχει, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστον νερό! Να ξεδιψάσουν αυτοί, να βρέξουν και τα φλογισμένα απ’ τον πυρετό χείλη των αρρώστων! Κράτα την αναπνοή σου για να ακούσεις. Στηρίξου κάπου να μην πέσεις! Μακρόνησος.

Έτσι λεγόταν ο τόπος, που πρωτόρθαμε στη μάνα γη. Μακρόνησος είναι το όνομα, που θυμίζει φρίκη και ντροπή.Γιατί μας φέρανε σ’ αυτό τον «τρισκατάρατο» τόπο; Ποιά εγκληματικά μυαλά το απεφάσισαν; Πουθενά, πουθενά δεν αναφέρεται, ότι εκεί πήγαν και πολλούς πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, του Πόντου, για εξόντωση. Αυτό ας είναι μια μαρτυρία για αυτούς, που θα γράψουν τη μελλοντική ιστορία. Ας μην κρύψει κανένας τη ντροπή εκείνη…».

Για το ιδιαίτερο δράμα των γυναικών στη Μακρόνησο ο Ε. Ηλιάδης γράφει:

«… Τους παίρνουν σε ομάδες και τους πηγαίνουν σε δυο παράγκες χωριστά τις γυναίκες από τους άνδρες και τους κουρεύουν με την ψιλή μηχανή. Το κούρεμα των κοριτσιών σόκαρε τους γονείς και το θεώρησαν βάρβαρη συμπεριφορά. Μαρτύριο σωματικό αλλά πάνω απ’ όλα ηθικό. Τα κορίτσια βλέποντας να κόβονται οι όμορφες πλεξίδες τους και τα μακριά μαλλιά αισθάνονταν ταπείνωση, ντροπή, φρίκη και ηθική συντριβή. Κλάματα γοερά από κορίτσια, νυφάδες και ηλικιωμένες γυναίκες, διαμαρτυρίες των ανδρών αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Το φάσμα των επιδημιών που πλανιόταν πάνω από τα κουρασμένα κορμιά που δεν μπορούσαν να κρατηθούν στα πόδια τώρα τους θερίζει. Άλλων έχουν στερέψει τα δάκρυα, κόπηκαν οι φωνές και στέκουν βουβοί, χωρίς καμιά αντίδραση κάτω από το βάρος του πόνου. Εκατοντάδες θύματα των ασθενειών. Πεθαίνουν ομαδικά και οδεύουν στο τελευταίο αγύριστο ταξίδι τους. Καθημερινά το μοιρολόι των γυναικών ακούγεται μακρόσυρτο πονετικό…».

Για την τύχη των νεκρών ο Γ. Γιαλαμάς σημειώνει :

«..Τα νεκρά κουφάρια χωρίς φέρετρα, χωρίς ατομικούς τάφους μόνο με τον πένθιμο ήχο της καμπάνας και το μοιρολόι των μαυροφορεμένων γυναικών για συνοδό, μεταφέρονταν στην τελευταία ομαδική κατοικία τους. Κάθε νεκρό τον έβαζαν σε σακί και τον έριχναν μέσα σ’ ένα λάκκο βαθύ και συνεχόμενο (χαντάκι) ασβεστωμένο στη βάση και τα πλάγια και σκεπαζόταν με χώμα μπόλικο, αφού προηγουμένως η πάνω επιφάνεια του νεκρού ασβεστωνόταν καλά…»

Γιαγιά συγνώμη που όταν ζούσες δε σε ρώτησα για όσα τράβηξε η ράτσα μας. Δε σε ρώτησα εάν και εσύ βρέθηκες στη Μακρόνησο ή στον Αη-Γιώργη , το νησάκι έξω από τη Σαλαμίνα. Δε σε ρώτησα εάν έκλαψες για τις μακρυές πλεξούδες σου ...Δεν γνώριζα. Τώρα που  έμαθα εσύ έχεις  ταξιδέψει γι΄ αλλού. ..

 

ΣΗΜ. Οι πληροφορίες για τη Μακρόνησο προέρχονται από τον κ. Βλάση Αγτζίδη , διδάκτορα σύγχρονης ιστορίας.  

 

Με εκτίμηση

Υποπλοίαρχος (ε.α.)

Ουρανία Πανταζή Π.Ν.